Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κοτοφώλος (ο)

αυτός που ασχολείται με τις κότες και τα φώλια τους.

μτφ.: εκείνος που δε βγαίνει πολύ έξω και ασχολείται με το σπίτι κι ακούει τα κουτσομπολιά των γυναικών, ο λεγόμενος γυναικοτσούλης.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Έτσι σε μας χαρακτηρίζεται ο “γυναικοτσούλης” που σαν κότα κάθεται στο φώλι, στο σπίτι, ακοινώνητος, παρέα με γειτόνισσες.

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.