κομμός (ο)
το κυρίως έπιπλο του σπιτικού νοικοκυριού στη Λευκάδα.
Έχει επάλληλες σειρές συρταριών, 5-6 και χρησιμοποιείται για τη φύλαξη των ασπρόρουχων, αλλά και άλλων πολύτιμων πραγμάτων. Απαραίτητο έπιπλο σε κάθε οικογένεια του νησιού, αλλά και απαραίτητο προικώο σε κάθε κοπέλα που παντρευόταν, Πρώτο εμφανίστηκε εδώ – όπως φαίνεται από τα προικοσύμφωνα κ.α χαρτιά που κοιτάξαμε στο ιστορικό Αρχείο Λευκάδας στα μέσα του 19ου αιώνα, χωρίς να απολείομε την προγενέστερη εμφάνισή του.
Σε κτγρφ του 1851, Νο 59 διαβάζομε: “κομμός κάρινος, από τα νιοσυνηθισμένα”. Η λέξη νιοσυνηθισμένα το φανερώνει.
Τα συρτάρια του κομμού λέγονται παράκλια.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κομμὸς /ὁ/ (κομμέω) = ἔπιπλον φυλάξεως λευχειματίων ἢ τιμαλφῶν, σιφονιέρα (ἀπαραίτητον προικῷον διὰ κάθε ὑπανδρευομένην κόρην).
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Κομός = ντουλάπι μέ συρτάρια γιά τό φύλαγμα ρούχων. Τό παίρνουν συνήθως γιά τό φύλαγμα τῶν προικιῶν τῆς μελλούσης νύφης.