κολοκυθιά
“ή(γ)ουν ανκάθι του γαϊδάρου”, από χργρ. “γιατροσόφι” του περασμένου αιώνα: “Εις πόνον αυτίου. Κοπάνισε κολοκυθιά, ή(γ)ουν ανκάθι του γαϊδάρου, φύλλα και στίψε το ζουμί της μέσα και λαβαίνει θεραπειά” (Η λαϊκή ιατρική στη Λευκάδα, σελ. 67).