κολλαστό
Κολλαστό, πρόγευμα, (ἂν δὲν εἶνε τὸ ξένον colazione, πιθανὸν ἐκ τοῦ κόλαβος).
βλ. και μισουρανὴς ἢ μισουρανὶς
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Κολλαστό, πρόγευμα, (ἂν δὲν εἶνε τὸ ξένον colazione, πιθανὸν ἐκ τοῦ κόλαβος).
βλ. και μισουρανὴς ἢ μισουρανὶς