κλανιόλα ή κλανιόρα (η)
σύνεργο που χρησιμοποιούσαν οι αρχόντοι στα Επτάνησα (Ντ. Κονόμου: Ζακυνθινό λεξιλόγιο) για τη διοχέτευση νυχτερινών δυσωδών αερίων έξω από τα σκεπάσματα του κρεβατιού.
Πρόκειται για εσώρουχο – γυναικείο ή αντρικό – που εφάρμοζε καλά στα πόδια, ενώ στο πίσω μέρος έφερε υφασμάτινο σωλήνα εν είδη ουράς. Κατ΄ άλλους η συσκευή είχε διαφορετική μορφή: Ένας σωλήνας από το σώμα του ανθρώπου που κατέληγε σε φιάλη εισδοχής των αερίων.