Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κασαβέτι (το)

η λύπη, η στενοχώρια. “Άσε με, έχω κάτι κασαβέτια…!”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Κασαβέτι /τὸ/ (Ἀ.Τ. κασβὲτ) = θλῖψις, στενοχωρία, μελαγχολία.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης   


Τούρκικο kasavet, λύπη, θλίψη. “Να μου φύγει το κασαβέτι”, λέμε.

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.