κανδελότο ή καντηλέτο (το)
το σπερματσέτο, το κερί.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κανδελότο /τὸ/ ἀρχ. (Ἰ. candella-otto) = κηρίον, σπερματσέτο.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
το σπερματσέτο, το κερί.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κανδελότο /τὸ/ ἀρχ. (Ἰ. candella-otto) = κηρίον, σπερματσέτο.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης