Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

καμινολόγος (ο)

ο τεχνίτης του καμινιού, που παρασκεύαζε κεραμίδια, του κεραμιδοκάμινου.
Ονομαστοί καμινολόγοι ήταν στα Βουρνικά και στον Άγιο Πέτρο της Λευκάδας.
Οι καμινολόγοι του Αγίου Πέτρου είχαν τα πρωτόγονα καμίνια τους στη θέση Μαραθιάς, σ΄ ένα τόπο γεμάτο κίτρινο πηλό, έξω από το χωριό. Ζύμωναν τον πηλό και πάνω σ΄ έναν πάγκο έπλαθαν τα κεραμίδια που τα ΄καιγαν κατόπιν στα καμίνια, αφού πρώτα τα ‘λιαζαν 2-3 μέρες. Το κεραμίδι μορφοποιούνταν με ξύλινο καλούπι.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


καμινολόγος (ὁ): τεχνίτης τοῦ καμινιοῦ πού κατασκεύαζε κεραμίδια, (ΙΤ. camino).

Λεξικό Ιδιωματικών Οικοδομικών Όρων – Χαρά Παπαδάτου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.