καλοφούρτουνος -η -ο
ο καλότυχος, ο ευτυχής.
Έχομε σχετικές ευχές: “Να ΄ναι καλοφούρτουνος ο γάμος” – “Καλοφούρτουνα τα παιδιά σας” κ.λπ.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Καλοφούρτ(ου)νος -η -ο (καλὸς-Ἰ. fortuna) = εὐοίωνος, εὐτυχής, αἴσιος.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης