Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

καλαμίδα (η)

το καλάμι με το οποίο κατευθύνουν τους γάλους για βοσκή.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Καλαμίδα /ἡ/ = μακρὸς κάλαμος γυμνὸς φύλλων, ὄργανον κατευθύνσεως τῶν εἰς ὁμαδικὴν βόσκησιν ἐπιτηρουμένων ἰνδιάνων (γαλιά).

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


καλαμίδα (ἡ): στήν οἰκοδομική τῆς Λευκάδας στίς ξύλινες κατα­σκευ­ές το­ποθετεῖται ἀκαθάριστη στούς  ξύλινους ἐσω­­­τερικούς τοί­χους, ὡς βάση γιά τόν σοβά.
Καλαμίδα: Μέ τήν ἴδια ἀκριβῶς ὀνομασία καί τήν χρήση, τήν ἀπαντοῦμε στήν ἀρχαία Ἑλλά­δα.Σέ ἐπιγραφή τῆς Σαλαμίνας πού ἀναφέρεται σέ   οἰκοδομικά ὑλικά καί τόκόστος τους διαβά­ζου­με: «Προμήθειαν καλαμί­δων πρός 1 δραχμή  κατά τεμά­χιον».  Ἀ. Ὀρλάνδος: «ΥΛΙΚΑ ΔΟΜΗΣ ΑΡ­ΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ», τ. 1, σ. 35, ΑΘΗΝΑΙ 1955.

Λεξικό Ιδιωματικών Οικοδομικών Όρων – Χαρά Παπαδάτου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.