κακοφούρτουνος -η -ο
κακότυχος, άτυχος, δυστυχής.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κακοφούρτ(ου)νος -η -ο (κακὸς-Ἰ. fortuna) = δύσμοιρος, δυστυχής.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
κακότυχος, άτυχος, δυστυχής.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κακοφούρτ(ου)νος -η -ο (κακὸς-Ἰ. fortuna) = δύσμοιρος, δυστυχής.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης