κακό σπυρί (το)
ο κακοήθης άνθρακας.
ΒΑΛ. Φωτεινός, Β΄: “το ρίμμα, το κακό σπυρί, τη φάγουσα, το λέφα“.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κακὸ σπ(υ)ρὶ /τὸ/ (κακὸς-πυρὸς) = κακοήθης φλύκταινα, ἄνθραξ.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Κακό σπυρί = κακοήθης φουσκάλα (ἄνθραξ).
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής