Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

είδος – ειδίσματα (πληθ.)

τα είδη, τα υπάρχοντα του σπιτιού, του ατόμου. “Έχασα το είδος μου” – “Ετακτοποίησα τα ειδίσματά μου”. Παροιμία: “Χάνει κανείς το είδος του, χάνει και την ψυχή του” = Όταν δεν ξέρομε ποιος μας έκλεψε ένα είδος και υποψιαζόμαστε κάποιον, χωρίς βεβαιότητα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.