Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

γρούζα

Γρούζα /ἡ/ (Λ. cruccia) = βασανισμός, μαρτύριον, σταύρωσις.


Ετυμολογική σημείωση:
δεν εντόπισα κάποια ιταλική λ. cruccia ‘βασανισμός, μαρτύριο, σταύρωση’, αλλά μόνο το ρ. crucciare ‘ανησυχώ, στεναχωρώ’ και το ουσ. croce ‘σταυρός, μτφ. Μαρτύριο’, αλλά και να υπήρχε δεν θα μπορούσε να εξελιχθεί στα Ελληνικά σε γρούζα, αλλά μόνο σε *κρούτσα. Πρόκειται προφανώς για την ίδια λ. που απαντά και ως αγρούζα, βλ.λ.

(Π.Γ. Κριμπάς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.