γραμπαλώνω -ομαι 07 Ιαν, 2017 Γ 0 Σχόλια 0 Γραμπαλώνω -ομαι (γράβδην) = ἀναρριχῶμαι, συμπλέκομαι διὰ χειρῶν καὶ ὀνύχων.