Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

γ(ου)λός -ή, -ό

βραστερός μεστός εύπεπτος (επί οσπρίων).
Πλανόδιοι πωλητές χλωρού ρεβιθιού στην αγορά της χώρας, διαλαλούν: “έχω γ(ου)λό ρεβίθι, γ΄λόοο”, δηλ μεστό.
(γουλός)

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Γ(ου)λὸς -ὴ -ὸ (γλᾶγος, ἀγλαὸς) = εὐμεγέθης, τρυφερός, βλαστερός. (λέγεται ἐπὶ ὀσπρίων «γλὸ ρεβῦθι».

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Γουλό = πολύ εὔρωστος βλαστός ἤ ψωμωμένο λουβί ὀσπρίου.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.