Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

γοντολιά (η)

Το φορτίο μιας γόντολας.
Παλιότερα -και μέχρι σήμερα- ορισμένου τύπου πλεούμενα, λόγω των ρηχών νερών γύρω από την πόλη της Λευκάδας, ήταν κατασκευασμένα χωρίς καρίνα, ίσα από κάτω, για να πλέουν ανεμπόδιστα και να μεταφέρουν άνετα τα εμπορεύματα από και προς την πόλη (λάδι, κρασί, άλευρα κλπ.), από και στα πλοία που άραζαν στο μώλο το τότε εξωτερικού λιμανιού στη θέση Δέματα. στο ΙΗ΄ και ΙΘ΄ αι. η ονομασία γόντολα είχε επικρατήσει (Βενετσιάνικη επίδραση).
Τα πολύ μικρά πλεούμενα λέγονταν μονόξυλα, όπως και σήμερα. Από τις αρχές του αιώνα μας γενικεύτηκε η ονομασία πριάρι. Η λέξη γόντολα δεν ακούεται πλέον.
Σε χειρόγραφο λογαριασμό “εσοδείας-εξοδείας” 1744-58 (Ιστορικό Αρχείο της Λευκάδας) διαβάζομε: “δια μία γοντολιά ξύλα λ(ίρες) 25”, και παρακάτω: “δια μια μονοξυλιά ξύλα λ. 12”.
Επίσης σε ημερολόγιο Ιθακήσιου καπετάνιου (1837-41) που εξέδωσε ο Γ. Βλασσόπουλος με τίτλο: “Οδυσσέας – ένα καράβι της Ιθάκης”, 1837 – 41, εκδ. ΜΕΛΙΣΣΑ, 1992, σελ 289, γίνεται λόγος για λευκαδίτικες γόντολες (φορτηγίδες), που μεταφέρανε στο αραγμένο στα Δέματα Ιθακήσιο καράβι λάδι και κρασί από την πόλη. Γράφει: “10 Μαρτίου 1841 – εις Λευκάδα. εις τας 10 πμ μας ήρθε μια γόντολα του Μπ. Κοκορούμπα με 3 βουτσιά (βουτσί = ξύλινο βαρέλι χωρητικότητας 9, 72 βαρέλες). Το πλοίο ανεχώρησε από τη Λευκάδα στις 31-3-1841 με 408 1/2 βαρέλλες λάδι του Π. Σταματόπουλου.” (ο.π. σελ 291)
[Σημ. : τα βουτσιά ήταν τότε ξύλινα. Σιδερένια δεν υπήρχαν.]

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.