γαλουρίδια
Γαλουρίδια = 1. χαρούμενα γέλια καί λογάκια ἀπ᾿ τό μωρό,
2. μεταφ. ἐσύ μοῦ φαίνεται γαλουρίζεις (ἐσύ μοῦ φαίνεται παιδιαρίζεις).
βλ. και γαλουρίζω
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Γαλουρίδια = 1. χαρούμενα γέλια καί λογάκια ἀπ᾿ τό μωρό,
2. μεταφ. ἐσύ μοῦ φαίνεται γαλουρίζεις (ἐσύ μοῦ φαίνεται παιδιαρίζεις).
βλ. και γαλουρίζω