φόρει- ξεφόρει
φράση που δηλώνει την έλλειψη και άλλης ενδυμασίας. Έτσι λέμε: “Αυτό το παντελόνι έχω όλο κι όλο, φόρει-ξεφόρει, γιορτή καθημερινή”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Φοε-ξε-φορ. Χρησιμοποιούμε τη φράση συνήθως για παπούτσια (και όχι μόνο) εννοώντας πως φοράμε γιορτή-καθημερινή το ίδιο ζευγάρι, αφού τα οικονομικά δε μας επιτρέπουν δεύτερο. Ο Κοντομίχης έχει πλήρη τη φράση “φόρει-ξεφόρει”. Το -ξε- εδώ είναι στερητικό μόριο ρημάτων (πρόθεση εκ-), όπως λέμε ξεβάφω.
Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης