Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

φκιάστρα (η) ή στολίστρα ή στολιδατόρισσα

η γυναίκα που φκιάνει την νύφη απ΄ την αρχή ως το τέλος. Τη λούζει, τη χτενίζει – σηκώνοντας της στεφάνι τις κοτσίδες της – και την ντύνει.
Όταν στολίζεται η νύφη οι γυναίκες τραγουδούν:
“Ντύσου, στολίσου, λυγερή, ντύσου, στολίσου, κόρη
για να φαντάζεις του γαμπρού κήπος και περιβόλι.”
Ειδικά, όταν της βάνει η φκιάστρα το κεφαλοπάνι λένε:
“Στ΄ ώριο της κεφαλοπάνι ώριο περιστέρι φτάνει
Παίζει με τα νερατζάθια με τα φύλλα και με τ΄ άνθια…”
Άγγ. Σικελιανός, “Ο χωριάτικος γάμος”: “Στημένη η νύφη / σε θρονί που αστράφτει, χαμηλό / μήτε δεξιά ας κοιτάει μήτε ζερβά / ενώ οι στολίστρες / πίσω από τους ώμους της, ορτές …”.
Όσο για τον γαμπρό τον έντυναν οι στολιδατόροι, όταν αποντύνονταν, του τραγουδούσαν οι άντρες:
“Φωστήρας είναι ανάλλαγος, λεβέντης αλλαμένος
και όντας βαρυστολιστεί σαν άγγελος γραμμένος …”.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.