δραγκαρέλα (η)
σύνεργο ψαρικής για χταπόδια, αποτελούμενο από 3-4 αγκίστρια ενωμένα.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Δραγκαρέλα /ἡ/ (Ἰ. tranare-ellare) = δέσμη 3-4 ἀγκίστρων διὰ τῆς ὁποίας ἁλιεύονται οἱ ὀκτάποδες.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης