Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

δραγάτα (η)

το παρατηρητήριο του δραγάτη.
Έστηνε ο ίδιος μια μπαράκα πλεγμένη με βέργες, φτέρες και σπάρτα, σ΄ επίκαιρο σημείο (βίγλες) κι από ΄κει παρακολουθούσε τι γίνεται από άποψη παραβάσεων, αγροζημιών, κλοπών κλπ, στην περιφέρεια του. Η δραγάτα είχε κι από ένα παραθυράκι στην  κάθε πλευρά.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Δραγάτα /ἡ/ (Ἀλ. Β. drega, β.λ. δραγάτης) = κλαδόπλεκτον σκέπαστρον, καλύβη φυλάξεως ἀγροκτημάτων, ἰσκιάδα ἐποπτικὴ ἐν ὑπαίθρῳ.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Δραγάτα = πρόχειρο κατασκεύασμα ἀπό ξύλα καί κλαριά χρησιμεύον διά προσωρινή διαμονή κατά τό καλοκαίρι (παρατηρητήριο τῶν ἀγροφυλάκων).

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Δραγάτα § ἡ σκοπιά, ὁπόθεν ὁ ἀγροφύλαξ περισκοπεῖ.

Σημ. Ἐκ τοῦ δράκω (= δέρκω) δρακάτα, δραγάτα (Σύλλ. 29).

Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.