Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

διμαρέλια (τα)

δίδυμα αδέρφια, δίδυμα καρύδια, σύκα κλπ.
“Μοιάζουν σαν δίδυμα”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Δ(υ)μαρέλι καί δ(ι)μαρέλι /τὸ/ (δί-δυμον, ἑκ συγκοπῆς τοῦ δι-) = δίδυμον τέκνον.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Τα δίδυμα. Διδυμαρέλια. Εκφραστικός αναδιπλασιασμός του δύο (Μπαμπινιώτης) μας δίνει το δίδυμος. Εμείς προσθέσαμε το χαϊδευτικό -ρέλια (όμοιο με το -ρέλιος, Δημητρέλος, Κωσταρέλος κ.ο.κ). τα δίδυμα και διδυμάκια. Να θυμηθούμε και το επίθετο δίδυμος του Αποστόλου Θωμά (Ιωάνν. ια’ 16).

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης


Δυμαρέλια ζυμαρέλια = δίδυμα.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.