Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

διαγουμίζω

Διαγουμίζω (διακομίζω) = διασκορπίζω, διασπαθίζω, κατασπαταλῶ, ἐξαφανίζω.

(2) Σχόλια

    • Δυστυχώς σε καμία από τις πηγές μας δεν υπάρχει η λέξη “μελοδιαγουμίζω”.
      Την εντοπίσατε κάπου, πχ σε κάποιο κείμενο;
      Την ακούσατε σε κάποια πρόταση, φράση;

      Ευχαριστούμε για το σχόλιο σας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.