δεσπέτο (το)
έκφραση δυσαρέσκειας, πείσμα.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Δεσπέτο /τὸ/ (Ἰ. dispetto) = περιφρόνησις, πεῖσμα, δυσαρέστησις.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
έκφραση δυσαρέσκειας, πείσμα.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Δεσπέτο /τὸ/ (Ἰ. dispetto) = περιφρόνησις, πεῖσμα, δυσαρέστησις.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης