Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

δαύτος -η, -ο

αυτός, ετούτος, εκείνος.
“Το μπελία μου βρήκα με δαύτονε …” – “Άει στο … καλό με δαύτηνε.”

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Δαῦτος -η -ο (ἠδὲ αὐτός, ταυτὸν) = καὶ οὗτος:  «μπᾶ τὶ μ’ ηὗρε μὲ δαύτονε», «ἄει στὰ τσακίσματα σὺ καὶ δαῦτος».

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης   


Και εδαύτος. Αντωνυμία (επαναληπτική – προσωπική – δεικτική), αυτός, όπως για παράδειγμα, “με δαύτον(ε) ή δαύτη(ε) δεν τα πάω καλά”.
Ετυμολογικά έχομε συνεκφορά του επιθωνήματος -έδε- και αυτός.
Η λέξη μεσαιωνικής προέλευσης.
Στο χωριό κατά την προφορά -όπως και με άλλες σχετικές λέξεις, προσθέτουμε στην κατάληξη και ένα -ε-, όπως (ε)τούτον(ε), λέμε και δαύτον(ε).  Εύχρηστος και ο πληθυντικός: “Και με δαύτα τι θα κάνουμε;”

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης

Ένα Σχόλιο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.