χούνη 25 Φεβ, 2017 Χ 0 Σχόλια 0 Χούν(η) /ἡ/ (χοάνη, Ἀλ. χόν-ι) = μικρὸν βαθύπεδον, τόπος χθαμαλὸς χωρὶς θέαν καὶ ἀερισμόν.