χλέπα 25 Φεβ, 2017 Χ 0 Σχόλια 0 Χλέπα /ἡ/ (Ἰ. qleba, Σ. χλὲb-ὰκ) = ἀνώμαλον ὑπόλειμμα ἄρτου, πήλινον δοχεῖον ραγισμένον.