χειμωνικό (το) και χυμονικὸ καί χιμονικὸ
το καρπούζι
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Χ(ει)μον(ι)κὸ /τὸ/ (χειμὼν) = ὑδροπέπων, καρποῦζι (κατὰ σύγχ. μὲ τὸ πεπόνι ποὺ διατηρεῖται μέχρι τοῦ χειμῶνος).
Χ(ι)μον(ι)κὸ
Χ(υ)μον(ι)κὸ /τὸ/ (χυμός;) = ὑδροπέπων, καρποῦζι.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης