χάρτζο (το)
χρυσές (=πλεγμένες με χρυσή κλωστή) και αργυρές πλατιές ταινίες αστραφτερές, που τις έβαναν περιφερειακά, στην ούγια, στα μανίκια και στο άνοιγμα του στήθους των φουστανιών της παραδοσιακής φορεσιάς.
Χάρτζα είχαν και τα νυφικά φορέματα, και ιδιαίτερα ο τσουμπές. Τα χάρτζα, καθώς και τα γαϊτάνια, τα σιρίτια και τις άλλες διακοσμήσεις τα ‘λεγαν με μια λέξη “πλουμίδια”.
Σ΄ ένα δημοτικό τραγούδι, δίστιχο του γάμου, τραγουδούσαν: “Όσα πλουμίδια νύφη μου, έχει το φόρεμά σου, / τόσα να ΄ναι τα χρόνια σου και τόσα τα καλά σου”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Χάρτζο /τὸ/ (Ἀ. Τ. χὰρδζ) = πολυτελὲς ἐπίρραμμα, χρυσῆ ταινία, χρυσὸ σειρῆτι.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης