Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μπούρμπ(ου)λας

Μπούρμπουλας /ὁ/ (Ἀλ. bρούμbουλι) = κάνθαρος, χρυσοκάνθαρος.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Πολλοί από μας στα παιδικά μας χρόνια διασκεδάσαμε πολλές φορές με τον μπούρμπουλα, που αφού τον δέναμε στο λαιμό με μια κλωστή, τον αφήναμε να πετά κάνοντας κύκλους στον αέρα με τον χαρακτηριστικό ήχο-βόμβο, που παράγει. Αυτό το παιγνίδι, που σήμερα βέβαια δεν παίζεται ούτε στα χωριά μας, ήταν γνωστότατο στους αρχαίους, αλλά και βυζαντινούς χρόνους.

Στους αρχαίους λεγόταν βομβυλιός, (ο, κ. νεώτ. βομβυλιός, είδος εντόμου βομβούντος, αγριομέλισσα, μπούμπουρας – Λεξ. ΔΗΜ.), ενώ στα μεσαιωνικά χρόνια βόμβουλας και ζίνα, για τον ήχο που το έντομο παράγει, όπως μας πληροφορούν οι σχολιαστές και λεξικογράφοι. Ακόμα στους αρχαίους ήταν γνωστό με το όνομα μηλολάνθη ή μηλολόνθη (και μηλάνθη, αγνώστου ετυμολογίας κατά τον Σταματάκο, μολονότι ο Πολυδεύκης – Θ΄ 125 – λέγει ότι λέγεται έτσι επειδή δημιουργείται από την ή με την άνθηση των μήλων, “εκ της ανθήσεως των μήλων ή συν τη άνθηση γινόμενον“. (μηλολόνθη, η – melolonthia –  Ζωολ. γένος κολεοπτέρων εξαιρετικώς επιβλαβών, προκαλούντων μεγάλας καταστροφάς εις τα δένδρα, ιδίως τα οπωροφόρα – Λαρούς).

Στη δημοτική γλώσσα το όνομα του εντόμου (και του παγνιδιού) είναι μπούμπουρας ή μπούμπουλας (ο, είδος κανθάρου, αρχ. βομβυλιός – Ανδριώτης -. Μια παροιμία λέγει: “Αν κάναν κι οι μπουρμπούροι μέλι / θα τρώγανε κι οι κατσιβέλοι“). Στη συνέχεια με την πρόσληψη του “ρ”, μπούρμπουλας και όπως λένε οι ειδικοί ετυμολογείται από τον δωρικό τύπο βόμβυρ της λέξεως βόμβυξ.

Ο Φιλίντας επεξηγεί λεπτομερέστατα: Μπάμπουλας, βαβούλα=σκάθαρος (κάνθαρος > κανθάριον > σκαθάρι (Ανδριώτης) … Χρυσοκάνθαρος: “ένα των πολυαρίθμων ειδών κολεοπτέρων εντόμων αποτελούντων τμήμα της ευρυτάτης οικογένειας των σκαραβοειδών – Λαρούς). Η παραγωγή του είναι συνεπαρμός του βάβακος (=ο τζίτζικας της αρχαίας Ήλιδας) και βαβύλα (=λάσπη, Σουίδας). Το πρώτο – συνεχίζει – επειδή μερικά είδη τους βουίζουν (πρβλ. ντάβανος, ζηνα κλπ), το δεύτερο γιατί κάτι σκαθάρια ανακατώνονται με ακαθαρσίες, βαβύλους.

Η ονομασία μπούρμπουλας, καταλήγει, είναι παρετυμολογία: μπρρ-μπρρ=η βοή τους. (Γλωσσογνωσία και γλωσογραφία, Α΄216).

Να σημειώσουμε ότι και σε μας ένα είδος μαύρου μπούρπουλα αποκαλείται σκατομπούρμπουλας, για το ότι όπως παρατήρησε ο Φιλίντας, ανακατώνεται με τις ακαθαρσίες. Φυσικά για το παιγνίδι ας χρησιμοποιείται ο χρυσο-μπούρμπουλας και μάλιστα η χρυσοάννα.

Να δούμε τώρα τις σχετικές με τον τρόπο που παιζότανε αρχαίες μαρτυρίες σχολιαστών και λεξικογράφων, όπως αυτές περιέχονται στα βασικά μας βοήθηματα: Φ. Κουκουλέ, Βυζαντινών βίος και πολιτισμός, Α΄1 165 εξ. και Ευστρ.  Παρασεκυαΐδη, Παίγνια αρχαίων Ελλήνων, περιοδικό Πλάτων, ΜΔ΄18 εξ, αλλά και στα διάφορα λεξικά Δημητράκου, Σταματάκου κ.ά.

Ο Θεσσαλονικιός Ευστάθιος (Παρεκβ. 1329, 25) περιγράφει το παιγνίδι μας ως εξής: “μηλάνθη ζώον εστι μείζον σφηκός … ου παίδες λίνον τρίπηχυ εξάπτοντες εώσι πέτεσθαι και φερομένου δι΄ αέρος ελικοειδώς ηδόμενοι τη θέα παρέπονται τας χείρας κροτούντες”. Δηλ… Η μηλάνθη είναι ζώο μεγαλύτερο της σφήκας …. το οποίο τα παιδιά αφού το δέσουν με τρεις πήχες κλωστή, το αφήνουν να πετάει σχηματίζοντας κύκλους στον αέρα, νοιώθοντας έτσι ευχαρίστηση βλέποντας το, που την εξεδήλωναν ακολουθώντας και τα χέρια τους κτυπώντας.

Ο δε Σουΐδας λέγει σχετικά: “μηλολόνθη: ζωΰφιον ως χρώνται εις παίδες, ο,τοις άνθεσιν επικαθέζεται , οι δε παίδες λίνον του πποδός εξαρτώντες και ξυλύφιον, ο ουκ εξισχύουσιν ανακουφίσαι, εις τον αέρα αφιάσι”. Δηλ…. Η μηλολάνθη είναι ένα ζωΰφιο, το οποίο τα παιδιά το χρησιμοποιούν για παιγνίδι (και) το οποίο κάθεται πάνω στα λουλούδια (και ….όχι μόνο, προσθέτουμε). Τα δε παιδιά το δένουν από το πόδι με κλωστή και στην άλλη άκρη της έδενα ένα ξυλάριο (“ξυλίφιον”) ώστε να είναι βαρύ και να δυσκολεύεται το ζωΰφιο να το σηκώσει και έτσι το αφήνουν να πετάξει στον αέρα.

Ο Σχολιαστής των Σφηκών του Αριστοφάνη (1352) παρατηρεί: “Χρυσομηλολόνθιον ζωΰφιων τι εστι κατά κάνθαρον, ξανθόν, ό και κατέχοντες οι παίδες δεσμεύουσιν εκ του ποδός και αφιάσι προς τον αέρα”, το ζωΰφιον αυτό είναι ένα ξανθού κανθάρου, που το πιάνουν τα παιδιά και το δένουν από το πόδι αφήνοντάς το να πετά στον αέρα.

Στην Καρυά, σαν παιγνίδι, παιζόταν όπως και στους αρχαίους και μεσαιωνικούς χρόνους, με μικρές μόνο διαφορές, από μικρά παιδιά.

Από το βόμβο και το χρυσίζον χρώμα έπιαναν εύκολα τα παιδιά τον μπούρμπουλα, τον ακινητοποιούσαν και τον έδεναν χαλαρά και με προσοχή με λεπτή κλωστή απ΄ το λαιμό (όχι “εκ του ποδός”, όπως οι αρχαίοι) και τον άφηναν να σχηματίζει κύκλους στον αέρα (“φερομένου ελικοειδώς”, όπως λέγει και ο αρχαίος σχολιαστής). Εμείς, απ΄ ότι θυμάμαι δεν δέναμε στην άκρη της κλωστής “ξυλύφιον” (όπως οι αρχαίοι), ξυλαράκι, ώστε να κάνουμε δύσκολο το πέταγμά και να ταλαιπωρούμε το ζωύφιο. Το κρατούσαμε μόνο από την άκρη της κλωστής, που την τυλίγαμε στο δείχτη του χεριού και το κατευθύναμε οι ίδιοι.

Οι αρχαίοι σχολιαστές προσθέτουν και άλλες λεπτομέρειες όπως: Τα παιδιά τοποθετούσαν ανάμεσα στην ψαλιδωτή ουρά του εντόμου ένα κερί το οποίο και άναβαν. Έτσι αν το πετύχαιναν – πράγμα δύσκολο -το θέαμα είναι εντυπωσιακό. (μαρτυρία Ευσταθίου 1243, 33). Σχετική και του Αριστοφάνη στους “Αχαρναίς” 920).

Σε μας δε συνέβαινε αυτό. Όμως στα παιδιά τότε υπήρχε η τάση να βασανίζουν με πολλούς τρόπους τα μικρά ζωάκια “χάριν παιδιάς”, όπως για παράδειγμα κάνανε με τα τζιτζίκια, πούχωναν στον πισινό τους ξυλαράκι και τ΄ αμόλαγανα να πετάξει.

Αξίζει ακόμα να σημειώσουμε ότι οι βυζαντινοί κάτι ανάλογο με τον μπούρμπουλα -που δεν το κάναμε εμείς -κάνανε με τα ωδικά πτηνά, τα οποία έδεναν από το πόδι και τ΄ άφηναν να ψευτοπετάνε.

Πολλές φορές με τον μπούρμπουλα ξαφνιάζαμε τους μεγαλύτερους δικούς μας με το να φέρουμε το ζωάκι στ΄ αυτί τους ή τοο μάγουλο για να κάνουμε “χάζι” και να γελάσουμε με το αθώο πείραγμα. Άλλα παιδιά δατηρούσαν τον μπούρμπουλα μέσα σ΄ ένα σπιρτόκουτο με λίγη ζάχαρη για τροφή.

Ο μπούρμπουλας προφανώς έδωκε το παρατσούκλι “”μπουπούλιας” και σε οικογένεια του χωριού (χωρίς το “ρ”). Το “ρ” το διατηρούν τα γνωστά “μπουρμπούλια”, αποκρηάτικη γιορτή της Πάτρας (ίσως από το πολύβουο μπουρ-μπουρ …).

Παίγνια παλαιών Καρσάνων – Δημ Κατωπόδης


βλ. και μπούμπουλας

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.