Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μπούλ(ι)γα

Μπούλ(ι)γα /ἡ/ (Ἰ. bugliulo -one) = σάκκος ἐκ δικτύου μὲ στόμιον ἐκ ξυλίνης στεφάνης διὰ τοῦ ὁποίου παραλαμβάνεται τὸ ἁλίευμα ἀπὸ τὸν σάκκον τῆς τράτας εὐθὺς μετὰ τὴν ἀνέλκυσίν της.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.