Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μπίτ(ι)

Μπίτ(ι) /ἐπίρ./ (Σ. bίτι) = χτυπητά, καταφανῶς, πλήρως. «μπὶτ βλάκας».

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης   


Κατά ντιπ. Μονοσύλλαβη λέξη άκλιτο επίρρημα τουρκικής προέλευσης. Bit θα πει εντελώς. Και το ντιπ, το ίδιο, dip. Η φράση σε μας συνηθισμένη στην κουβέντα μας. “Δεν έχει μπιτ (ή ντιπ) μυαλό. Ο Λάζαρης τη “μπιτ” τη λέγει λάθος σλάβικη. είναι τούρκικη. Οι γλωσσολόγοι την προφέρουν ως δισύλλαβη, μπίτ(ι) (με απόστροφο).

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.