Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μπαζίνα (η)

πρόχειρο “φαγητό” (πολτός) από ροκίσιο αλεύρι. Τον ανακάτευαν πολύ με ξυλοκουτάλα, και σαν έπηζε, τον ζεμάτιζαν με καυτό λάδι και σκόρδα και τον κένωναν στα πιάτα, ρίχνοντας επάνω και το απαραίτητο πετιμέζι. Την έλεγαν και πολέντα και την έτρωγαν κυρίως το πρωί πριν ξεκινήσουν για τη δουλειά.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Μπαζίνα /ἡ/ (μᾶζα -ινος) = βεβρασμένος πολτός ἀραβοσιταλεύρου, μπολέντα.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Μπαζίνα = κουρκούτι πολύ πηχτό ἀπό καλαμποκάλευρο πού τρῶνε κατά τόν χειμῶνα συνήθως τίς πρωϊνές ὧρες, ὅπως τίς τηγανίτες.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.