μπακρατσάρβαλο
Μπακρατσάρβαλο /τὸ/ («μπακράτσι»-ἁρπαλίζω; Ἰ. arrivare;) = ἡ τοξοειδὴς λαβὴ τοῦ μπακρατσίου.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Μπακρατσάρβαλο /τὸ/ («μπακράτσι»-ἁρπαλίζω; Ἰ. arrivare;) = ἡ τοξοειδὴς λαβὴ τοῦ μπακρατσίου.