Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μπαμπαλίζω

φλυαρώ, λέγοντας δικά μου πράγματα και συνήθως ανόητα. Ο φλύαρος, ο ακαταλόγιστος. “Τι μπαμπαλίζεις εκεί, ε σταματάς τώρα;” – “Ασ΄τονε να μπαμπαλίζει”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Μπαμπαλίζω (Ἰ. babbaleo) = φλυαρῶ ἀνοηταίνων, λέγω φράσεις ἄνευ νοήματος ἢ συνοχῆς ἀπὸ διάθεσιν φλυαρίας.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Μπαμπαλίζω § ἰδ. μπάμπαλον

Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.