αρτίκολο πρίμο (το)
το πρώτο άρθρο του νόμου.
Η φράση λέγεται σαν αστεϊσμός στην αρχή μιας συζήτησης.
φράση: “Λοιπόν, ακούστε αρτίκολο πρίμο”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ἀρτίκολο /τὸ/ (Ἰ. articolo) = ἄρθρον, θέμα, ζήτημα. «πρίμο, σεγκόντο κ.ο.κ.».
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης