αρνίθι (το)
το ορνίθι, ο πετεινός, κοινώς κόκορας-κοκοτός. Ο κόκορας ήταν το ρολόι των παλαιοτέρων. Συχνά με το λάλημα του πετεινού τα χαράματα ξεκινούσαν για τις δουλειές τους.
Λάλησε ο πετεινός μέρα μεσημέρι; = αλλαγή καιρού ή προμήνυα σεισμού.
Κόκορα σφάζουν στα θεμέλια νεοαναγειρόμενου σπιτιού.
Με το πρωινό λάλημα του πετεινού φεύγουν οι ξωθιές και τα κάθε λογής δαιμονικά απ΄ τους δρόμους και τις λαγκαδιές.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ἀρνίθι /τὸ/ (ὀρνίθιον) = ὁ ἀλέκτωρ, ὁ πετεινός. «εἶχε λαλήσει τ’ ἀρνίθι».
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης