Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

απίκου, απίκο (επίρρ.)

είμαι έτοιμος, κοντά, στέκω στο στάχυ.
“Εγώ είμαι απίκου για να ξεκινήσομε” = τα ΄χω όλα έτοιμα.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἀπίκου: /ἐπίρ./ (Ἰ. appico) = πρόχειρον, εὔκαιρον, προσηρτημένον.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης   


Είναι το ιταλικό a picco (δυο λέξεις). Αρχικά -λένε οι ειδικοί- αποτελούσε ναυτικό όρο και αφορούσε την άγκυρα, που είναι έτοιμη για μάζεμα και σήμαινε έτοιμος. Σε μας η φράση “είμαι απίκου” (επίρρημα),  σημαίνει κοντά, σιμά. Λέμε εκεί δα απίκου. Η γραφή του Λάζαρη appico, είναι λαθεμένη.

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης


Απίκο: επιρρηματικός τύπος εκ του απίκω (από + ίκω) = καταφθάνω αμέσως πίσω. «Άπ-ιξις ιων. αντί άφιξις». (Λεξ. Αρχ. Ελλην. Ιων. Σταματάκου). Εκ του ίκω και το ικνέομαι, δωρ. είκω = έρχομαι εις, φθάνω εις… Συνήθως λέμε «θα είμαι απίκο» ή «απίκο θα πάω και θά ‘ρθω».

Γλωσσάριο Ιωάννας. Κόκλα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.