Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ανεμοσούρα (η)

  1. δυνατός αέρας, ανεμοσούρα της λαγκάδας.
  2. ο χαρακτηρισμός αποδίδεται και σε γυναίκες κουτσομπόλες, ζωηρές, κακόγλωσσες.
    Δημ. σατυρικό τραγ.: “Πεθερά κρεμμύδι σάπιο / κάθε δαγκανιά και δάκρυο / και κουνιάδα ανεμοσούρα / και κακιά ανακατωσούρα”.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.