αλμπαρόριζα (η)
το καλλωπιστικό φυτό “πελαργόνιον το ηδύοσμον”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ἀλμπαρό(ρι)ζα: /ἡ/ (Ἰ. albero-ρίζα ἢ erba-rosa) = τὸ διακοσμητικὸν φυτὸν πελαργόνιον τὸ ἡδύοσμον.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Ετυμολογική σημείωση:
όχι από το ιταλ. albero ‘δέντρο’ + ρίζα, αλλά από το erbarosa ‘(κατά λέξη) ροζ χόρτο’ ή ‘ροδόχορτο’, με παρετυμολογική επίδραση της λέξης ρίζα. Ο αρχικός τύπος, που διατηρείται στα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου και στην ηπειρωτική Ελλάδα, είναι αρμπαρόριζα, και με υπερδιόρθωση το πρώτο /r/ τράπηκε σε /l/ (πβ. ολφός, βλ.λ. < ορφός ‘ροφός’), δεδομένου ότι στα Επτάνησα το /l/ τρέπεται κανονικά σε /r/ πριν από σύμφωνο (πβ. κεφαλ. βόρτα > βόλτα > ιταλ. volta), το οποίο όμως μετά υπερδιορθώθηκε, στη Λευκάδα και την Ιθάκη, σε /l/, ακόμα και σε περιπτώσεις που δεν δικαιολογείται ετυμολογικά. Για το /a/ στη θέση του /ε/ πβ. αργάτης > εργάτης κ.ά. (χαμήλωμα φωνήεντος πριν από /r/, φαινόμενο συνηθισμένο στη δημώδη Νεοελληνική)
(Π.Γ. Κριμπάς)