αγραπιδιά (η)
η άγρια αχλαδιά.
Ο καρπός της έχει κατά την λαϊκή ιατρική, ιαματικές ιδιότητες.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ἀγραπιδιὰ: /ἡ/ = ἀγριαχλαδιά, ἀγριαπιδιά, γκορτσά.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Ετυμολογική σημείωση:
Από το αγραπίδι (βλ.λ.) και το ονοματικό επίθημα –ι-ά (που δηλώνει φυτό).
(Π.Γ. Κριμπάς)