Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

αφανάδος -α -ο

ο ανήσυχος, ο πολύ ταραγμένος: “Μου ΄ρθε αφάνος” = δυσφορία, ανησυχία, μισολυποθυμιά.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἀφανάδος -α -ο (Ἰ. affanato) = ἀσθμαίνων, ἀνήσυχος, τεταραγμένος.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.