ξ(υ)γκάκι (το)
η κήλη , το κατέβασμα.
Συνταγή θεραπείας από χργρ. γιατροσόφι: “Δια να θεραπεύσεις σπασμένον, ήγουν κατέβασμα. Έπαρε λάδι αρκεύθου (αγριοκυπαρίσσι, σ.σ.) δαφινόλαδο και κομμάτι σφογγάρι. Κάμε τα ωσάν τούβλο και βρέξε το εις το αυτό το λάδι. Έπειτα έχε πλάκα βολύμι φιτενή (=φτενή) και βάλε εις βρεμένο από πάνω το βολύμι και δέσε το. … εις ολίγον καιρόν θεραπεύεται.” (Η λαϊκή ιατρική στη Λευκάδα, σελ 86). (ξυγκάκι)
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ξ(υ)γκάκ(ι) /τὸ/ (ἐξ ἀγγεῖον, Λ. axungia) = πρόπτωσις σπλάγχνου ἢ ἐπιπλόου, κήλη, (κατέβασμα, σπάσιμον).
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Ξυγκάκι = κήλη, βουβωνοκήλη.
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής