ξεστίζω
κοσκινίζω αλεύρι με τη σήτα.
μτφ = απολαμβάνω, ικανοποιούμαι με το “έχει” μου.
φράσεις: “Ό,τι φάμε κι ο,τι πιούμε κι ο,τι ξεσ΄τίσομε” ή ” … κι ο,τι ξεστίσει ο κ… μας”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ξεστίζω (ἐξ-ἰστάω) = ἀποσυνθέτω, διαλύω, ἀναλύω, ἐλέγχω.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης