ξεσκούλικα
Ξεσκούλ(ι)κα (ἐκ-σχολάζω) = παράγγελμα ἐπαναλήψεως τῆς διακοπείσης πρὸς στιγμὴν ὁμαδικῆς παιδιᾶς.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Ξεσκούλ(ι)κα (ἐκ-σχολάζω) = παράγγελμα ἐπαναλήψεως τῆς διακοπείσης πρὸς στιγμὴν ὁμαδικῆς παιδιᾶς.