Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ξεσκάπουλο (το)

συνθηματική λέξη που την χρησιμοποιούν τα παιδιά, όταν παίζουν το “κρυφτούλι”, και συγκεκριμένα, όταν αυτός που “τα φυλάει” δεν μπορεί να ανακαλύψει κάποιον από τους γύρω κρυμμένους και στην ΄πελπισία του φωνάζει: “σκάπουλο-σκάπουλο”, τότε ένας αντιφωνεί “ξεσκάπουλο” και τρέχει να αλλάξει κρύπτη.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ξεσκάπ(ου)λος -η -ο (ἐκ-Ἰ. scapolo) = ὅρος τῆς παιδιᾶς «κρυφτοῦλι». Ὅταν ὁ φυλάττων ἀδυνατεῖ ν᾿ ἀνακαλύψῃ τινα τῶν κρυβέντων καὶ παραιτεῖται τῆς ἐρεύνης φωνάζων: «σκάπουλο, σκάπουλο», ὁ ἄλλος δύναται νὰ παραιτηθῇ τῆς ἀπαλλαγῆς ἀντιφωνῶν «ξεσκάπουλο» καὶ συνήθως ἀλάσσων τὴν κρύπτην ποὺ ἀπεκάλυψε διὰ τῆς φωνῆς.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.