Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ξεγοβάρωμα

Ξεγοβάρωμα /τὸ/ (ἐκ-Ἰ. gobba, Λ. vivarium) = ξεφόρτωμα ἐπαχθοῦς ὑποθέσεως, ἀπαλλαγὴ ἀπὸ δυσχερείας (βλ. λ. ξεϊβάρωμα).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.