βόλτα (η)
η λέξη απαντάται με πολλές σημασίες:
- κάνω βόλτα (-ες) στην πλατεία.
- παίρνω βόλτα (κάνω στροφή).
- φέρνομε το σκοινί βόλτες γύρω από έναν πάσσαλο. – βόλτες του σκοινιού στο μαγγανοπήγαδο.
- τα φέρνω βόλτα = τα καταφέρνω οικονομικά.
- θα σε φέρω βόλτα – θα σε δείρω.
- παίρνω την κάτω βόλτα (χειροτερεύω).
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Βόλτα /ἡ/ (Ἰ. volta) = στροφή, περιφορά, περίπατος, πλαγιοδρομικὴ ἱστιοπλοΐα.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης