Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

βερβελήθρα (η)

η κοπριά της γίδας.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης

Βερβελήθρρα κόπρος αἰγός. Πολὺ πιθανὸν ὅτι μετωνομάσθη σκωπτικῶς ἢ διὰ τὴν χρησιμότητά της ἐκ τοῦ βέρβερι μαργαριτοφόρου ὀστρέου, (ὡς ἐκ τοῦ δάκτυλος, δακτυλήθρα). Εἰς ὑποστήριξιν τῆς ἰδέας μου, ἔστωσαν ὡς παραδείγματα, ὅτι τὴν κόπρον τῶν ἵππων καὶ ὄνων ἀποκαλοῦσι, κάστανα, ὡς ἐκ τοῦ σχήματος, καὶ τὸν ὄνον, κὺρ Ἀναγνώστην, ὡς ἐκ τῆς φωνῆς, καὶ τὴν ἐν λόγῳ βερβελήθραν, βελάνι (βάλανον), ὡς ἐκ τοῦ σχήματος. φρ. μάσε ᾿λίγα βελάνια (*).

(*) Τὰ σκώμματα, οἱ σαρκασμοί, καὶ αἱ εἰρωνείαι εἶνε ἐκ τῶν κυρίων χαρακτηριστικῶν τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ, καὶ μάλιστα τῶν Ἑπτανησίων· οὕτω τὸν νέον τῶν τριόδων, ἀποκαλοῦσι Λόρδον, Κόνσολα, Πρέντζιπε, τὸν ὄνον δὲ κὺρ ἀναγνώστην ἢ ἁπλῶς ἀναγνώστην ἕνεκα τῆς φωνῆς, ἀλλὰ πρὸ πάντων ἕνεκα τῶν καταχρήσεων καὶ τῆς κουφονοίας τῶν ἀναγνωστῶν, οἵτινες τέως κατεῖχον τὴν θέσιν τῶν ἀρχαίων σχολαστικῶν…

Γλωσσάριον – Γ.Χ. Μαραγκός

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.